ΟΡΟΛΟΓΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ & ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ – SOCIAL SECURITY & LABOUR LAW TERMS

αγκύρια = anchor cages

αναπληρωματική ανάπαυση (ρεπό) = compensatory rest

ΑΜΕ – Αριθμός Μητρώου Εργοδότη = Employer’s Registration Number

Ατομικός Ηλεκτρονικός Φάκελος Υγείας (ΑΗΦΥ) = electronic personal health record

αναδοχή = foster care

αναλυτικό καθολικό = subsidiary ledger

ανοικτές δομές φιλοξενίας προσφύγων = open refugee hosting structures

ανοιχτή συζήτηση = panel discussion

(μη) ανταποδοτικού χαρακτήρα = of (non) contributory type

αποδοχές αδείας = holiday pay

αποκατάσταση της ικανότητας των ατόμων = to re-establish the capacity of individuals

αποτελούν χρόνο απασχόλησης = they are included in working time

αργία υπαλλήλου = compulsory suspension

ασφαλιστικός φορέας = insurance body, insurance agency

ατομική επιχείρηση = sole proprietorship

βαρδιολόγιο = shift management

βοηθήματα γάμου = wedding aids

βραβεία αριστείας = awards of excellence

Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών, Βιοτεχνών, Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ) = Hellenic Confederation of Professionals, Craftsmen & Merchants (GSEVEE)

γεωρικές εργασίες = farming activities

διαδικασία αντιπαράθεσης = contradictory procedure

διαθεσιμότητα = temporary suspension

διαρκείς αδυναμίες = persisting weaknesses

διατροφή (συζύγου) = alimony (US) / maintenance (UK)

διατροφή (παιδιού) = child support

διαχειριστικές αρχές = managing authorities

διαχρονικά = over time

διευκολυντές = facilitators

δικαιούχος = beneficiary

δικαίωμα αδείας = entitlement to annual leave

δοκιμαστική περίοδος = probation, probationary period

Δωροεπιταγές = gift certificates

Εθνική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας = National General Collective Labour Agreement

Εθνικό Κέντρο Επαφής = National Contact Point (NCP)

εθνικό σύστημα υγείας = national health system

εκ περιτροπής = in rotation

ΕΚΑΣ  = Pensioners’ Social Solidarity Allowance

έκτακτες παροχές = bonuses

εκτοπισμένοι πρόσφυγες = displaced refugees

ελεύθερα επαγγέλματα = liberal professions

εμπορικές επιχειρήσεις = commercial enterprises

εναλλαγή προσωπικού στις βάρδιες = rotating shifts

ενιαία παροχή = flat-rate benefit

Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών (ΕΤΕΑΕΠ) = Unified Auxiliary Social Security and Lump Sum Benefits Fund (ETEAEP)

έξοδος (εργαζομένου) = outflow

εξωιδρυματικό επίδομα = extra-institutional benefit

επιγραμμική καταχώρηση δεδομένων = online data entry

επίδομα = allowance / benefit

επίδομα αδείας = holiday allowance

επίδομα ανάδοχης φροντίδας = foster care benefit (allowance)

επίδομα ανεργίας = unemployment benefit (allowance)

επίδομα ειδικών συνθηκών = allowance for special conditions

επίδομα ενοικίου = rental allowance

επίδομα επαγγελματικής κατάρτισης = vocational training allowance

επίδομα επιστημονικής κατάρτισης = scientific training allowance

επίδομα θέρμανσης = heating allowance

επίδομα στεγαστικής συνδρομής = housing assistance benefit

επίδομα τόκων στεγαστικού δανείου = support for mortgage interest

επιδοματική ενίσχυση = benefit support

επιλέξιμος / επιλεξιμότητα = eligible / eligibility

επιμέρους υπηρεσίες = individual services

επιτελική ομάδα = task force

επιτελικό όργανο = executing body

επιτελικός ρόλος = key role

επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση = company collective labour agreement

εργαζόμενος = worker

εργόσημο = labour ticket

εστίες καινοτομίας = hotbeds of innovation

έτη ασφάλισης = number of years insured

Ευρωζώνη = euro area

Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ) = European Economic and Social Committee (EESC)

Ευρωπαϊκό Πλαίσιο Διαλειτουργικότητας (ΕΠΔ) = European Interoperability Framework (EIF)

Ευρωπαϊκό Ταμείο Εξωτερικών Συνόρων = EBF

εφάπαξ βοήθημα = one-off aid

εφάπαξ καταβολή = one-off payment

εφαρμόζεται = to run [π.χ. το πρόγραμμα θα εφαρμοστεί για 1 χρόνο = the program will run for one year]

ηλεκτρονική συνταγογράφηση = e-prescription (electronic prescribing, e-prescribing)

ηλικιωμένοι = the elderly

ημέρες αναπαύσεως/ανάπαυσης = rest days

ημερομίσθιο = wage

θέση σε διαθεσιμότητα = to put on suspension

θεωρημένο (προσηκόντως/δεόντως, νομίμως) έντυπο = (duly, legally) endorsed form

ιδιαιτερότητες του θεσμικού πλαισίου = specificities of the institutional framework

κάλυψη νοσοκομειακής και εξωνοσοκομειακής περίθαλψης = coverage of hospital and outpatient care

κανονισμός εργασίας = labour regulation

κατά περίπτωση = as appropriate

κατ’ οίκον επισκέψεις = on-site visits

κατηγοριακά προγράμματα = categorical schemes

ΚΕΠ Αλλοδαπών (ΚΕΠΑ) = Expatriated Greek Citizen Service Centre (KEPA)

κίνδυνος κοινωνικού αποκλεισμού = at risk of social exclusion

κινητικώς ανάπηροι = people with motor disabilities

κοινωνία των πολιτών = civil society

κοινωνία χωρίς αποκλεισμούς = inclusive society

Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης (K.E.A) = Social Solidarity Income (SSI)

κοινωνικός αποκλεισμός = social exclusion

κοινωνική αντίληψη και αλληλεγγύη = social assistance and solidarity

κοινωνική μέριμνα και προστασία = social care and protection

κοινωνική πρόνοια = social welfare

(πρόγραμμα) κοινωφελούς εργασίας = charity work program

κονδύλια μισθοδοσίας = payroll funds

κύρια και επικουρική σύνταξη = main and supplementary pension

λειτουργικά στελέχη = operating managers

με στόχο τη διασφάλιση = with a view to ensuring

με τη μορφή = in the form of

μετάπτωση στοιχείων = data migration

μέτρα φορολογικής ελάφρυνσης = measures of tax relief

μισθολογικά κλιμάκια = wage scale

μισθολογική εξέλιξη = wage progression

μισθωτός = salaried employee

νοικοκυριά ορεινών περιοχών = households in mountainous areas

νοικοκυριά μειονεκτικών περιοχών = households in less-favoured areas

νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου κοινωφελούς χαρακτήρα = public benefit purpose legal entity of private law

νόμιμο ωράριο = statutory working hours

Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΟΚΕ) = Economic and Social Committee (ESC)

οικονομική ενίσχυση (τακτική/έκτακτη) = financial support (regular/extraordinary)

οικονομικοί φορείς = economic operators

Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα (ΟΠΣ) = Integrated Information System (IIS) [Management Information System (MIS)]

ομαδικό συνταξιοδοτικό ασφαλιστήριο / πρόγραμμα = group retirement scheme

οργανικές μονάδες = organisational units

όρια της φτώχειας = poverty line

όψιμη συνταξιοδότηση = deferred retirement

παροχές εισοδηματικής ενίσχυσης = income support benefits

παροχές σε είδος = benefits in kind

παροχές σε χρήμα = cash benefits

παροχή = benefit

παροχή δωρεάν υπηρεσιών = provision of free services

πελατειακές σχέσεις = patronage

ΠΕΠΑΕ – Πράξη Επιβολής Προστίμου Ακαταχώριστων Εργαζομένων = Fine for Unregistered Workers

κοινωνική πολιτειότητα = social citizenship

μίσθωση ή σύμβαση ανεξάρτητων υπηρεσιών = (independent) services agreement

πλήρης σύνταξη γήρατος = full old-age pension

πολυνομία = overregulation

πραγματικό εισόδημα = actual income

προγραμματικές συμβάσεις = programmatic agreements

προκλητή ζήτηση = obscenely large demand

προνοιακά επιδόματα = welfare benefits

Προαναχωρησιακά Κέντρα Κράτησης (Π.ΚΕ.Κ.) Αλλοδαπών = Pre-removal detention centres

πρόωρη συνταξιοδότηση = early retirement

στάση εργασίας = work stoppage

στέγαση = housing

συγκριτική αξιολόγηση = benchmarking

συζήτηση ειδημόνων = expert talks

συνάντηση εργασίας = working meeting

συνδρομή = assistance

σύνθετες δημογραφικές παροχές = composite demographic benefits

σύνταξη λόγω αναπηρίας = disability pension

σύνταξη λόγω γήρατος = age pension

Σύστημα Διοικητικής Πληροφόρησης (ΣΔΠ) = Management Information System (MIS)

σύστημα κοινωνικής ασφάλισης και πρόνοιας = social security and welfare system

Ταμείο Εσωτερικής Ασφάλειας = Internal Security Fund, ISF

ταμείο κύριας ασφάλισης = main insurance fund

τακτικές αποδοχές = regular earnings

Τοπική Μονάδα Υγείας (ΤΟΜΥ) = Local Health Unit

τροφείο (διατακτική σίτισης) = food voucher

υπάλληλος = employee

υπερήλικες = senior citizens

υπερεργασία = compulsory overtime

υπερωρία = overtime

υπηρεσίες πεδίου = field services

υποχρεωτική αποχή (γυναικών εργαζομένων/υπαλλήλων από την εργασία) = compulsory absence (of female workers/employees from work)

φορέας υλοποίησης = implementing body / promoter

φροντίδα ατόμων = providing care to persons χορήγηση παροχών = granting benefits

φροντιστής = caregiver

χορήγηση σύνταξης = award of pension

χρονοεπίδομα = seniority allowance

χρόνος κανονικής απασχόλησης = normal working time

χρόνος υπηρεσίας = length of service

ωρομίσθιο = hourly wage, hourly pay

ωφελούμενη μονάδα = recipient unit

 

Το περιεχόμενο του παρόντος άρθρου και του εν γένει περιεχομένου του ιστολογίου Greek Law in English σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί νομική, επαγγελματική ή άλλης μορφής συμβουλή ούτε πρέπει να ερμηνευτεί ως τέτοια, παρέχεται ως προτεινόμενος τρόπος μετάφρασης των εν λόγω εκφράσεων χωρίς εγγύηση αρτιότητας, πληρότητας, ακρίβειας, καταλληλότητας, έλλειψης λαθών και ο επισκέπτης του ιστολογίου Greek Law in English αναλαμβάνει την ευθύνη διασταύρωσης όλου του περιεχομένου με όποιο τρόπο κρίνει πρόσφορο, με δική του πρωτοβουλία και ευθύνη.

About GLIE Legal

The "Greek Law in English" blog is the official blog of the "Greek Law in English - The Legal English Centre", a learning centre located in Athens, Greece and dedicated to the study of legal English and the translation of law related materials from Greek into English. You can visit the Centre at www.glie-legal.com.
This entry was posted in ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ. Bookmark the permalink.