Μεταφερθείτε στην κεντρική σελίδα του www.glielegal.com για να δείτε αναλυτικά τα προγράμματα του ΚΕΝΤΡΟΥ ΕΚΜΑΘΗΣΗΣ ΑΓΓΛΙΚΗΣ ΝΟΜΙΚΗΣ ΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
άγαμος = unmarried
άδεια της αρμόδιας αρχής = permit from the competent authority
ανήλικο τέκνο = minor child
ανήλικα ορφανά από πατέρα και μητέρα = minor orphans with father and mother dead
ανιών = ascendant
αντικειμενικές δαπάνες = objective expenditure (expenses)
αντικειμενική αξία = (tax) assessed value
αντιστάθμισμα = offset
αντισταθμιστικός δασμός = counterveiling duty [απαλλάσσονται από * = are exempt from the *]
(καθορισμός) ανώτατες τιμές = (setting) price caps
αποδεικτικά έγγραφα = documentary evidence, supporting documents
απόδειξη (είσπραξης/πληρωμής) = receipt
απόδειξη λιανικής πώλησης = receipt for retail sales
Απόδειξη Παροχής Υπηρεσιών (ΑΠΥ) = services rendered receipt
Αρχή Διαπίστευσης της Ασφάλειας (ΑΔΑ) = Security Accreditation Authority (SAA)
Αρχή Πιστοποίησης = Certifying Authority
αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης ειδικά διασκευασμένα = passenger cars for private use especially adapted for
βαθμός συγγένειας = degree of relationship
Γενική Διεύθυνση Θησαυροφυλακίου και Δημοσίου Λογιστικού = Directorate-General for the Treasury and Public Accounts
γονέας που (δεν) ασκεί τη γονική μέριμνα = (non)custodial parent
γνώμη με επιφύλαξη = qualified opinion
δαπάνες μίσθωσης = rental expenses
(η) δαπάνη ορίζεται κλιμακωτά = (the) expense is fixed by applying a tax scale
δείγμα υπογραφής = specimen signature
δελτίο = slip
δελτίο αποστολής = consignment note
δελτίο ενδοδιακίνησης = requisition slip
Δελτίο Παροχής Υπηρεσιών (ΔΠΥ) = Note for services rendered
δευτερεύουσα κατοικία = second home
δήλωση φορολογίας εισοδήματος = income tax return
δημοσιονομική πολιτική = fiscal policy
δημοσιονομικός έλεγχος = fiscal control (ΥΔΕ = Fiscal Control Service)
διάθεση πιστώσεων = allocation of appropriations
διατροφή = allowance/alimony
διατροφή τέκνου = child support
Διεθνές Συμβούλιο για τους Ενιαίους Απολογισμούς = International Integrated Reporting Council (IIRC)
διεύθυνση Λογαριασμών Δημοσίου = Directorate of Public Accounts
εγγεγραμμένος σε = registered with
εδάφιο = sentence
εισηγμένων στο χρηματιστήριο = publicly listed
εισοδήματα που αποκτήθηκαν από …. έως … = income obtained from … to …
εκκαθαριστική δήλωση ΦΠΑ = annual VAT statement
εκπρόθεσμη φορολογική δήλωση = overdue tax return
εκπρόθεσμη υποβολή = overdue filing (late submission)
Έκτακτο Ειδικό Τέλος Ηλεκτροδοτούμενων = Extraordinary special duty on Real Estate with Electric Service
έκτακτος φορολογικός έλεγχος = special tax audit
εμπορικές επιχειρήσεις = commercial undertakings
ενδικοφανής προσφυγή = quasi-judicial administrative appeal
εξόφληση τόκων = redemption of interest
επί αποδόσει λογαριασμού = on accountability
επιβαρύνει υπερβολικά = entail an excessive burden (for)
επικυρωμένο αντίγραφο = certified copy
επιστροφή φόρου = tax refund
επιτηδευματίας = professional
(ελληνική) Eπιτροπή Aνταγωνισμού = Greek Competition Commission
επιχειρήσεις υπαγόμενες στις διατάξεις = enterprises falling under the provision of
επιχείρηση μεταπώλησης = resale business
Επιχειρησιακή Διεύθυνση Ειδικών Υποθέσεων Αθηνών/Θεσσαλονίκης (ΕΔΕΥΑ/ΕΔΕΥΘ) = Operational Directorate of Special Affairs of Athens/Thessaloniki (EDEA/EDEYTh)
εξαρτώμενα μέλη = dependent members
εξοχική κατοικία = vacation home
εξωϊδρυματικό επίδομα = extra-institutional benefit
επαγγελματική εκπαίδευση ή κατάρτιση = vocational training or education
επιδόματα που χορηγούνται από το κράτος = benefits granted by the State
εταιρείες αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας = credit rating agencies
ΕΤΕπ (Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων) = EIB (European Investment Bank)
Ευρωπαϊκό Ταμείο Εξωτερικών Συνόρων (ΕΤΕΣ) = European External Borders Fund (EEBF)
Ευρωπαϊκό Ταμείο Επιστροφής = European Return Fund
Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων (ΕΤΕ) = European Investment Fund (EIF)
ηλεκτρονικό κατασχετήριο = e-garnishment
θεωρημένο για το γνήσιο της υπογραφής = attested for signature authenticity
ίδιας ημερομηνίας = of even date
ιδιοκατοίκηση = owner-occupied housing
καταλογιστική πράξη = notice of assessment / assessment notice (act of imputation)
κατάσταση εξόδων = statement of expenses
κατοικία = residence, dwelling unit
ΚΕΠΥΟ = Ministry of Finance Information Processing Centre
κηδεμόνας σχολάζουσας κληρονομίας = custodian of vacant estate
κύρια κατοικία = principal home
κύρια επαγγελματική στέγη, τόπος άσκησης κύριων επιχειρηµατικών δραστηριοτήτων = principal place of business, main place of business
Κώδικας Ελληνικής Ιθαγένειας = Greek Citizenship Code
Κώδικας Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών (ΚΦΑΣ) = Transaction Tax Reporting Code
λειτουργικές δαπάνες = overheads
λόγω θανάτου = by reason of death
λογιστικές εγγραφές = accounting records
μεζονέτα = duplex apartment
Μεσοπρόθεσμο Σχέδιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής = Medium-Term Fiscal Strategy Framework
(οι) μετοχές διοχετεύτηκαν στο χρηματιστήριο = (the) shares were floated on the stock exchange
μη εξυπηρετούμενα δάνεια = non-performing loans
Μητρώο ανέργων = Unemployment register
μονοκατοικία = single-family detached home, single-detached dwelling
νοητική ή σωματική αναπηρία = intellectual or physical disability
ΟΑΕΔ = Manpower Employment Organisation
οικονομική πολιτική = fiscal policy
οικονομικό έτος = fiscal year
Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα (ΟΠΣ), Πληροφοριακό Σύστημα Διοικήσεως = Management Information System (MIS)
OTA = Local Self-Government Organisation
παραστατικό/παραστατικά = accounting source document(s) – voucher
παραχωρησιούχος = concessionaire
περιοδική δήλωση ΦΠΑ = periodic VAT statement
περιφερειακές ανισότητες = regional disparities
πιστωτικό τιμολόγιο = credit note
(επιφέρει) ποινικές κυρώσεις = criminal charges will be brought
πολυκατοικία = multi-dwelling, apartment building
πράξη του Κυβερνητικού Συμβουλίου Οικονομικής Πολιτικής = Act of the Government Council on Economic Affairs
προνοιακό επίδoμα αναπηρίας = disability welfare benefit
σημείωμα ελέγχου = audit memo
συγγένεια εξ αίματος / εξ αγχιστείας = relationship by blood / by marriage
συγγενής εξ αίματος / εξ αγχιστείας = relative by consanguinity / by affinity
συγγενής πρώτου, δεύτερου, τρίτου βαθμού = relative within the first, second, third degree
σύζυγος = spouse
Συμφωνητικό Κοινών Όρων = Common Terms Agreement
συμβολαιογραφικό έγγραφο = notarial deed
σύμφωνη συγκατάθεση (σημ.: πλεονασμός, αλλά απαντάται στην πράξη) = like consent
Συμφωνία Ανάθεσης Επιχορήγησης = Grant Award Agreement
συναλλαγματικές ρήτρες = clauses in foreign currency
συνολικές δαπάνες = overall expenses
συνολικό εισόδημα = overall income
σύνταξη = pension
σύνταξη χηρείας = survivor’s pension
σωματική και νοητική αναπηρία = physical and intellectual disability
Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ) = Hellenic Republic Asset Development Fund (HRADF)
τεκμαρτές δαπάνες = imputed/presumed expenses
τεκμαρτό εισόδημα = imputed/presumed income
τέλη εκσυγχρονισμού και ανάπτυξης αερολιμένων = Airport Modernisation and Development Taxes
τιμολόγιο – τιμολόγιο πώλησης = invoice – sales invoice
ΤΜΗΜΑ Δ΄ ΧΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΔΟΣΟΛΗΨΙΩΝ ME E.E. = DEPARTMENT IV FOR MONETARY TRANSACTIONS WITH THE EU
τρέχουσα οικονομική κατάσταση = current financial condition
υπερανάληψη = overdraft
υπεύθυνη δήλωση = solemn declaration
υπέχω δική μου φορολογική υποχρέωση = incur my own tax obligation
Υπηρεσία Διαχείρισης Ευρωπαϊκών και Αναπτυξιακών Προγραμμάτων (ΥΔΕΑΠ) = European and Development Programs Division (EDPD)
υπηρεσιακό σημείωμα = service memo
υπηρετώ στρατιωτική θητεία = (to) serve the military duty
υποβάλλω φορολογική δήλωση = to file a tax return
υπολογίζεται από το έτος πρώτης κυκλοφορίας = it is calculated as of the first year of circulation
υπολογισμός προστίμων = (method of) setting fines
υπόλογος = accountable officer
υπόχρεος = income tax payer, contributor
φοιτούν σε πανεπιστήμια ή σχολές = attend faculties or schools
φορέας (διεθνής ή ημεδαπός) = body, entity, institution (international or national)
φορολόγηση κατασχέσεων = confiscatory taxation
φορολογητέο εισόδημα = taxable income
φορολογική δήλωση (υποβάλλω) = tax return (to file)
φορολογική κατοκία στην αλλοδαπή = tax home abroad
φορολογούμενος = taxpayer
Φόρος Ακίνητης Περιουσίας = Real Property Tax
φυσικό πρόσωπο / νομικό πρόσωπο / νομική οντότητα = natural person / legal person / legal entity
χαρτόσημο / τέλη χαρτοσήμου = stamp duty
χηρεία = survivorship
χρηματικό ένταλμα πληρωμής = cash payment order